Μέσα σε λίγα 24ωρα που ο καιρός «έδειξε τα δόντια του» ξεκίνησε η μυρωδιά από τα τζάκια στο Αγρίνιο, αν και η αιθαλομίχλη δεν έχει παρουσιαστεί ακόμη σύμφωνα με την εφημερίδα “Συνείδηση”, στην οποία ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Πατρών Φραγκίσκος Κουτελιέρης μιλά και παρουσιάζει τα δεδομένα που προκύπτουν από την καύση ξύλων σε αστικό περιβάλλον, τα οποία διογκώνονται πάντα όταν παρουσιάζεται η αιθαλομίχλη.
Αναλυτικά το δημοσίευμα:
Φέτος, η χρήση του τζακιού και της ξυλόσομπας όλο το προηγούμενο διάστημα ήταν σαφώς πιο περιορισμένη απ’ ότι άλλες χρονιές στο Αγρίνιο λόγω του ήπιου καιρού, αν και κατά τη διάρκεια των γιορτινών ημερών που έρχονται αναμένεται να καταγραφεί κάποια αύξηση.
Στα χωριά ανέκαθεν η κατάσταση είναι διαφορετική, κυρίως τις βραδινές ώρες, αλλά ο ήπιος καιρός όλο το προηγούμενο χρονικό διάστημα στην περιοχή μας βοήθησε να μην έχει παρουσιαστεί ακόμη η αιθαλομίχλη πουθενά.
Ωστόσο, ήδη έχει παρουσιαστεί στο Αγρίνιο, μέσα σε λίγα 24ωρα που ο καιρός «έδειξε τα δόντια» του, η μυρωδιά από τη χρήση τζακιού και ξυλόσομπων.
Επίσης, σύμφωνα με διασταυρωμένες πληροφορίες το μηχάνημα που μετρά τα μικροσωματίδια στην περιοχή μας δεν έχει ακόμη εντοπίσει σημαντικό αριθμό μοκροσωματιδίων. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει έντονη η παρουσία της αιθαλομίχλης στην περιοχή και αυτό γιατί το διάστημα που «ξεκίνησε» η καύση των ξύλων και τα τζάκια «δουλεύουν» σχεδόν συνέχεια κατά τη διάρκεια του απογεύματος και του βραδιού είναι πολύ μικρό.
Ο καθηγητής του τμήματος Αειφορικής Γεωργίας του Πανεπιστημίου Πατρών με έδρα το Αγρίνιο Φραγκίσκος Κουυτελιέρης μίλησε στη «Σ» αναλύοντας το φαινόμενο της καύσης ξύλων και κυρίως κακής ποιότητας ξύλων στα αστικά κέντρα.
Μίλησε για τις επιπτώσεις που μπορεί να προκαλέσουν στην υγεία των πολιτών τα καρκινογόνα μικροσωματίδια.που εκπέμπονται, αλλά και τι θα ήταν ιδανικό να προσέχει ο κόσμος ως προς την καύση.
Συγκεκριμένα ο κ. Κουτελιέρης επεσήμανε:
«Για δεκαετίες, αλλά μέχρι και πριν λίγα χρόνια η χρήση ξύλου που είναι φθηνότερο σε σχέση με άλλες πηγές ενέργειας δεν ήταν διαδεδομένη στη θέρμανση των πόλεων. Αυτό συνέβαινε διότι η καύση αυτή είχε αρκετά αρνητικά που επηρεάζουν σημαντικά την υγεία μας.
Το βασικότερο αρνητικό στοιχείο είναι τα μικροσωματίδια που εκπέμπονται, τα οποία μάλιστα είναι κυκλικών υδρογονανθράκων και είναι καρκινογόνα.
Αυτό με άλλα λόγια σημαίνει πως αν χρησιμοποιήσεις μια καλής ποιότητας οικολογική σόμπα ξύλου εκπέμπει πάρα πολύ περισσότερα μικροσωματίδια από μια νταλίκα.
Στο παρελθόν δεν είχαμε πρόβλημα στα αστικά κέντρα, διότι τότε το τζάκι στην πόλη χρησιμοποιούνταν ως επικουρική μορφή θέρμανσης και δεν ήταν η κύρια θέρμανση, όπως συμβαίνει τα τελευταία χρόνια.
Επίσης, τα χρόνια πριν το 2000 τα περισσότερα σπίτια δεν διέθεταν τζάκι ή ξυλόσομπα. Στην ύπαιθρο ήταν η κύρια μορφή θέρμανσης το τζάκι και η ξυλόσομπα, αλλά η ουσιώδης διαφορά ήταν και είναι πως η πυκνότητα των κατοίκων είναι μικρότερη στην ύπαιθρο από ένα αστικό κέντρο. Συνεπώς, η πυκνότητα των ρύπων είναι περιορισμένη στην ύπαιθρο. Στον αστικό ιστό τα μικροσωματίδια και η αιθάλη «εγκλωβίζονται» στον αστικό ιστό και γι’ αυτό η υγεία μας επιβαρύνεται σοβαρά.
Η ευρεία χρήση τζακιών και ξυλόσομπων από τα χρόνια της οικονομικής κρίσης και έπειτα δημιούργησαν τα σοβαρά προβλήματα στην υγεία και αυτό προκύπτει και μέσα από μελέτες που υπάρχουν και αναφέρονται στους ρύπους στο αστικό περιβάλλον από την ευρεία χρήση θέρμανσης από ξύλο και αυτό συμπεριλαμβάνει φυσικά και την περιοχή του Αγρινίου, διότι οι μελέτες αναφέρονται σε αστικές περιοχές. Ενώ ως προς αυτό υπάρχουν μελέτες που αποδεικνύουν την υποβάθμιση του περιβάλλοντος και ειδικότερα του αστικού περιβάλλοντος από την οικονομική κρίση.
Το θετικό είναι πως οι περισσότεροι στην περιοχή του Αγρινίου χρησιμοποιούν στο τζάκι τους ή στην ξυλόσοπμά τους ξύλα που προέρχονται από τις ελιές κατά κύριο λόγο. Ωστόσο, στο παρελθόν που η οικονομική δυσχέρεια μπήκε στην ζωή μας απότομα και σε μεγάλη κλίμακα ο κόσμος έκαιγε κάθε ξύλο που μπορούσε να εντοπίσει, ακόμη και εμποτισμένα με διάφορα χημικά. Αυτό ήταν ακόμη πιο επικίνδυνο για την υγεία μας.
Έχουμε και είχαμε δύο πηγές ρύπανσης. Η μία είναι η έκκληση ρύπων εξαιτίας του γεγονότος ότι καίγεται ξύλο και η δεύτερη είναι όταν το ξύλο προέρχεται από δευτερογενής πηγή, είναι άγνωστο πόσες διοξίνες μπορεί να εκπέμψει στην ατμόσφαιρα κατά την καύση του.
Αυτό δεν σχετίζεται αποκλειστικά με το τζάκι, αλλά γενικότερα με την χρήση της συγκεκριμένης πηγής θέρμανσης. Συγκεκριμένα και ξυλόσομπα να έχεις δεν αλλάζει πολύ από το να έχεις τζάκι. Η διαφορά δηλαδή του τζακιού από τις ξυλόσομπες ή τους καυστήρες ξύλου είναι ότι το τζάκι είναι ανοιχτό και καίει γρηγορότερα το ξύλο. Αυστηρά μέχρι εκεί όμως. Ως προς τους ρύπους δεν υπάρχει καμία απολύτως διαφορά, διότι αυτοί προέρχονται από την πρώτη ύλη που καίγεται και όχι από τον τρόπο της καύσης.
Το ιδανικό είναι να καταφύγουμε σε άλλες μορφές πρώτης ύλης για θέρμανση, λ.χ. στον ηλεκτρισμό (κλιματιστικό), στο πετρέλαιο και στο φυσικό αέριο. Όχι ότι οι μορφές αυτές είναι «αθώες», αλλά σαφώς είναι πολύ πιο «αθώες» από το ξύλο και κυρίως απ’ ότι το ξύλο που έχει χρησιμοποιηθεί υπό άλλη μορφή ή έχει υποστεί επεξεργασία, καθώς σ αυτή την περίπτωση η επίπτωση στο περιβάλλον και στην υγεία μας είναι πολύ μεγαλύτερη».
Κωνσταντίνος Χονδρός – Εφημερίδα “Συνείδηση”