Σχεδόν οκτώ χρόνια οι δύο ιερείς φέρεται να άρπαζαν χωρίς να γίνονται αντιληπτοί μεγάλα χρηματικά πόσα από ταμεία της Καθολικής Εκκλησίας και να τα ξέπλεναν μέσω νυχτερινών κέντρων διασκέδασης. Ανάμεσα στους πρωταγωνιστές της υπόθεσης της υπεξαίρεσης κι ένας επιχειρηματίας που είχε κατηγορηθεί στο παρελθόν για αρχαιοκαπηλία βυζαντινών εικόνων.
Το σκάνδαλο που αποκαλύφθηκε μετά την έρευνα της Αρχής για το Ξέπλυμα Μαύρου Χρήματος, έχει σκάσει σαν βόμβα στους κόλπους της Καθολικής Εκκλησίας της Ελλάδας, ενώ παράλληλα έχει ενημερωθεί και το Βατικανό. Με τα έως τώρα δεδομένα, περίπου 3 εκατομμύρια ευρώ φαίνεται να έχουν υπεξαιρεθεί από τα ταμεία της και να έχουν καταλήξει σε πέντε ιδιοκτήτες νυχτερινών κέντρων. Οι δύο ιερείς που είχαν πρόσβαση στους συγκεκριμένους λογαριασμούς της Εκκλησίας, σύμφωνα με τους ελέγχους, προωθούσαν μεγάλα χρηματικά ποσά στις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην διασκέδαση με αποτέλεσμα να εμφανίζονται ως επενδύσεις.
Ωστόσο, σύμφωνα με το newsit, κατά την έρευνα που διενεργήθηκε με απόλυτη μυστικότητα, προέκυψαν σοβαρές ενδείξεις για τέλεση κακουργηματικών πράξεων για υπεξαίρεση και νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Μάλιστα, η τελευταία ύποπτη συναλλαγή πραγματοποιήθηκε πριν λίγες ημέρες κι ήταν της τάξεως των 50.000 ευρώ.
Μετά από όλα τα παραπάνω, από την Αρχή για το Ξέπλυμα του Μαύρου Χρήματος δόθηκε εντολή να δεσμευτούν οι τραπεζικοί λογαριασμοί και τα περιουσιακά στοιχεία των πέντε επιχειρηματιών, που φέρονται ως αποδέκτες των μεγάλων χρηματικών ποσών.
Μάλιστα, το πόρισμα έχει διαβιβαστεί και στις εισαγγελικές αρχές της έδρας της Καθολικής Εκκλησίας της Ελλάδας, ενώ οι δύο ιερείς είναι από την Επισκοπή της Σύρου. Ανάμεσα στους πέντε επιχειρηματίες που φέρονται να εμπλέκονται, υπάρχει κι ένας ιδιοκτήτης νυχτερινού κέντρου σε πόλη της Πελοποννήσου, ο οποίος είναι παλιός γνώριμος των αστυνομικών αρχών, καθώς στο παρελθόν είχε κατηγορηθεί για αρχαιοκαπηλία βυζαντινών εικόνων.
Όσον αφορά τώρα τις υπόγειες διαδρομές των χρημάτων προκειμένου οι παράνομες δραστηριότητες που εντοπίστηκαν από την Αρχή για το Ξέπλυμα Μαύρου να μην έρθουν πότε στην επιφάνεια, οι δύο ιερείς στην προσπάθειά τους να αποκρύψουν την παράνομη δραστηριότητα, χρησιμοποιούσαν την εξής τακτική: Έστελναν τα ποσά σε εταιρείες που δραστηριοποιούνται στη νυχτερινή διασκέδαση σε διάφορες πόλεις της Πελοποννήσου και τις εμφάνιζαν ως επενδύσεις.
Όπως διαπιστώθηκε από τις έρευνες, οι δύο ιερείς είχαν στήσει μια καλοκουρδισμένη μηχανή υπεξαίρεσης και ξεπλύματος μαύρου χρήματος.